Σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να κριθεί από το δικαστήριο ότι η συμπεριφορά του δανειστή να εκπλειστηριάσει ακίνητο του οφειλέτη είναι καταχρηστική για πολλούς λόγους.
Η αναγκαστική εκτέλεση, κατά την οποία ο δανειστής ικανοποιεί την απαίτησή του έναντι του οφειλέτη με την εκποίηση περιουσιακών του στοιχείων, διέπεται από μια βασική αρχή: Ο δανειστής έχει την εξουσία να επιλέξει το αντικείμενο εκτέλεσης και καταρχήν δεν περιορίζεται από κανόνες που θα του επέβαλλαν πότε, με ποιο περιουσιακό στοιχείο και με ποια σειρά θα προχωρήσει σε κατάσχεση και πλειστηριασμό.
Ωστόσο, αυτή η αρχή μπορεί να καμφθεί υπό το γενικότερο πρίσμα του δικαίου ότι απαγορεύονται καταχρηστικές συμπεριφορές. Πρόκειται για μία ευρεία έννοια, η οποία μπορεί να βρει εφαρμογή και στη διαδικασία της κατάσχεση και του πλειστηριασμού, αν και αρκετά περιορισμένα.
Πώς μπορεί να θεμελιωθεί η καταχρηστικότητα
Τόσο στο ουσιαστικό δίκαιο όσο και στο δικονομικό αλλά και στο Σύνταγμα, καθιερώνεται η γενική αρχή ότι κάποιος δεν μπορεί να ασκεί καταχρηστικά το δικαίωμά του, αλλά θα πρέπει να συμπεριφέρεται σύμφωνα με την καλή πίστη και τα χρηστά ήθη.
Αυτό σημαίνει ότι δεν επιτρέπεται στο άτομο να επιδιώκει κακόβουλους σκοπούς, αντίθετους με την έννοια του δικαιώματός του, όπως π.χ. να είναι εκδικητικό ή να θέλει να βλάψει τον αντισυμβαλλόμενό του. Ένα κλασικό παράδειγμα που έχει κριθεί νομολογιακά ως καταχρηστική συμπεριφορά είναι να έχει ο οφειλέτης περισσότερα αγροτεμάχια και ο δανειστής να επιλέγει να του κατασχέσει το ένα που αρδεύει τα υπόλοιπα.
Άλλη έννοια της καταχρηστικότητας είναι να έχει ο δανειστής αντιφατική συμπεριφορά, κάτι που συμβαίνει αν, για παράδειγμα, έχει διαβεβαιώσει τον οφειλέτη ότι δεν θα προχωρήσει σε πλειστηριασμό του ακινήτου του, αλλά θα μεταχειρισθεί πιο ήπια μέσα, όμως τελικά αθετεί την υπόσχεσή του. Βέβαια, για να θεωρηθεί αντιφατική η συμπεριφορά του δανειστή, θα πρέπει έχει αποδυναμωθεί το δικαίωμά του, π.χ. επειδή παρέλειψε για καιρό να το ασκήσει ή επειδή προχώρησε έμπρακτα στη ρύθμιση του χρέους.
Έτσι, η κλασική τακτική των εταιρειών διαχείρισης απαιτήσεων που από τη μία προχωρούν σε ρύθμιση των οφειλών και από την άλλη προχωρούν σε πλειστηριασμό του ακινήτου είναι προφανώς καταχρηστική. Το ίδιο μπορεί να θεωρηθεί ότι ισχύει καθ’ όσον διαρκούν οι διαπραγματεύσεις.
Μια άλλη περίπτωση καταχρηστικότητας είναι όταν κάποιος δανειστής επισπεύδει πλειστηριασμό σε ακίνητο, αν και γνωρίζει ότι δεν πρόκειται να ικανοποιηθεί. Για παράδειγμα, έχει κριθεί από τα δικαστήρια ότι είναι καταχρηστική συμπεριφορά να επισπεύδει ένας δανειστής πλειστηριασμό σε ακίνητο αξίας 100.000 ευρώ, όταν σε αυτό υπάρχουν ήδη υποθήκες και προσημειώσεις αξίας 1.000.000 ευρώ.
Διότι ο δανειστής που δεν έχει εμπράγματη ασφάλεια (π.χ. υποθήκη), δεν έχει καμία ελπίδα να ικανοποιηθεί από το εκπλειστηρίασμα, αφού προηγουμένως θα ικανοποιηθούν οι ενυπόθηκοι δανειστές. Οπότε η επίσπευση του πλειστηριασμού μπορεί να θεωρηθεί ότι γίνεται για άλλους σκοπούς (π.χ. εκδίκησης), οπότε είναι καταχρηστική.
Είναι καταχρηστική η δυσαναλογία μεταξύ χρέους και περιουσιακού στοιχείου προς κατάσχεση;
Μια τεράστια συζήτηση είναι το αν ο οφειλέτης μπορεί να επικαλεστεί καταχρηστικότητα, όταν εκπλειστηριάζεται ένα περιουσιακό του στοιχείο πολύ υψηλής αξίας για μικρή οφειλή. Για παράδειγμα, να επισπεύδει πλειστηριασμό ο δανειστής σε ακίνητο αξίας 500.000 ευρώ για οφειλή ύψους 5.000 ευρώ.
Πρόκειται, άλλωστε, για την πιο συχνή αλλά και πιο οριακή περίπτωση, όπου η έννοια της καταχρηστικότητας στην αναγκαστική εκτέλεση έρχεται στο προσκήνιο.
Η γενική και θεωρητική απάντηση είναι ότι ο δανειστής έχει την ελευθερία να το κάνει, δεδομένου ότι μπορεί μόνος του να επιλέξει το περιουσιακό στοιχείο, με το οποίο θα ικανοποιήσει την απαίτησή του, μέσα από πληθώρα περιουσιακών στοιχείων. Δεν περιορίζεται καταρχήν να επιλέξει αυτό που έχει την πιο κοντινή αξία στην απαίτηση, ούτε αυτό που είναι το λιγότερο επαχθές για τον οφειλέτη.
Όμως, η ελευθερία αυτή ούτε απόλυτη είναι ούτε ανέλεγκτη. Διότι, καταρχάς, το σύνολο του δικαίου διέπεται από την αρχή της αναλογικότητας, η οποία επιτάσσει το μέσο που επιλέγεται για τον εκάστοτε σκοπό να είναι πρόσφορο, αναγκαίο και όχι εξαιρετικά δυσανάλογο.
Περιπτώσεις που θεωρείται ότι δεν ακολουθείται η αρχή της αναλογικότητας και ο πλειστηριασμός είναι καταχρηστικός είναι οι εξής:
Η απαίτηση είναι μικρή και το ακίνητο έχει πολλαπλάσια αξία.
Ο οφειλέτης έχει περισσότερα ακίνητα και ο δανειστής επιλέγει να εκπλειστηριάσει το πιο ακριβό, αν και θα μπορούσε να ικανοποιηθεί από οποιοδήποτε άλλο χαμηλότερης αξίας.
Η απαίτηση είναι πολύ υψηλή και ο δανειστής εκπλειστηριάζει ακίνητο που θα του καλύψει πολύ μικρό μέρος αυτής (π.χ. για χρέος ενός εκατομμυρίου εκπλειστηριάζει ακίνητο αξίας 30.000).
Βέβαια, όλα τα παραπάνω κρίνονται ανά περίπτωση από το δικαστήριο για τις συγκεκριμένες προϋποθέσεις που ισχύουν κάθε φορά.
Αν, για παράδειγμα, ο οφειλέτης έχει μόνο ένα περιουσιακό στοιχείο, προφανώς ο δανειστής έχει την ευχέρεια να στραφεί σε αυτό, ακόμα και αν το χρέος είναι πολύ χαμηλότερης αξίας.
Επίσης, αν το χρέος είναι πολύ χαμηλό και η περιουσία του οφειλέτη μεγάλη, μπορεί να θεωρηθεί καταχρηστική η συμπεριφορά του οφειλέτη και όχι του δανειστή, δεδομένου ότι ο πρώτος θα μπορούσε εύκολα να καλύψει την οφειλή του, όμως κωλυσιεργεί, υποχρεώνοντας τον δανειστή να στραφεί σε μέσα αναγκαστικής εκτέλεσης.
Και φυσικά, ο δανειστής δεν έχει καμία υποχρέωση να ερευνά εις βάθος τα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη, να μεταβαίνει στο κτηματολόγιο κλπ. Επομένως, δεν μπορεί να του καταλογιστεί ότι δεν ερεύνησε την περιουσία του οφειλέτη, οπότε δεν διαπίστωσε ότι θα μπορούσε να κατασχέσει άλλο περιουσιακό στοιχείο μικρότερης αξίας.
Συνεπώς, ναι μεν ο πλειστηριασμός έχει κριθεί αρκετές φορές από τα δικαστήρια ως καταχρηστικός για πολλούς από τους παραπάνω λόγους, όμως είναι μια συνθήκη που μελετάται ενδελεχώς και η δυσαναλογία είναι τελικά μια κατάσταση που κρίνεται από τον δικαστή ανάλογα με τα χαρακτηριστικά της κάθε υπόθεσης.
Αλεξιάννα Τσότσου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου